Αλλαγές στους φορολογικούς έλεγχους προβλέπει εγκύκλιος του Χ.Θεοχάρη
Την υποχρέωση ειδοποίησης του φορολογουμένου στις περιπτώσεις διενέργειας πλήρους επιτόπιου φορολογικού έλεγχου πριν την επίσκεψη του ελεγκτή στις εγκαταστάσεις του έχει η φορολογική διοίκηση σύμφωνα με όσα αναφέρει εγκύκλιος του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων κ. Χ. Θεοχάρη. Εξαιρούνται ωστόσο οι περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει διαπραχθεί φοροδιαφυγή.
Η εγκύκλιος που παράσχει οδηγίες για την διενέργεια των φορολογικών ελέγχων σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας αποσαφηνίζει πως πλήρης έλεγχος είναι αυτός που διενεργείται για όλες τις φορολογίες και όλα τα φορολογικά αντικείμενα καθώς και για τις εισφορές και τα τέλη ο οποίος είναι και οριστικός, ενώ μερικός έλεγχος είναι αυτός που δεν συγκεντρώνει τα παραπάνω στοιχεία του πλήρους ελέγχου.
Από τις ερμηνευτικές οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας προκύπτει ότι ο έλεγχος της εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων μπορεί να έχει τη μορφή του φορολογικού ελέγχου από το γραφείο της φορολογικής διοίκησης ή του επιτόπιου φορολογικού ελέγχου. Στις περιπτώσεις έλεγχου από το γραφείο θα πρέπει να αξιοποιείται κάθε στοιχείο που έχει στην κατοχή της η διοίκηση όπως, οικονομικές καταστάσεις, δηλώσεις και λοιπά στοιχεία που υποβάλλει ο φορολογούμενος καθώς και οποιοδήποτε έγγραφο ή πληροφορία περιήλθε από τρίτους.
Στις περιπτώσεις που η φορολογική διοίκηση αποφασίζει να διενεργήσει πλήρη επιτόπιο φορολογικό έλεγχο πρέπει, την απόφασή της αυτή, να τη γνωστοποιήσει στον φορολογούμενο πριν την επίσκεψη του ελεγκτή στις εγκαταστάσεις του φορολογουμένου. Σημειώνεται ότι είναι δυνατόν ύστερα από πράξη του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων να διενεργείται πλήρης επιτόπιος φορολογικός έλεγχος χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, σε περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει διαπραχθεί φοροδιαφυγή.
Η διάρκεια του ελέγχου συναρτάται άμεσα τόσο με το χαρακτηρισμό του ελέγχου ως πλήρη ή μερικό όσο και με τα δεδομένα της κάθε υπόθεσης όπως είναι το μέγεθος της επιχείρησης, το αντικείμενο των εργασιών, ο βαθμός δυσκολίας κλπ.. Σε κάθε περίπτωση, η διάρκεια που θα τεθεί, πρέπει να εξασφαλίζει τη διενέργεια του ελέγχου με σχετική άνεση χρόνου δεδομένου ότι μπορεί να παραταθεί μία φορά κατά έξι μήνες και περαιτέρω παράταση για ακόμη έξι (μήνες είναι δυνατή μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Με την ολοκλήρωση των ελεγκτικών επαληθεύσεων από τον ελεγκτή και σε κάθε περίπτωση που διαπιστώνεται από το φορολογικό έλεγχο ότι προκύπτει διαφοροποίηση της φορολογικής οφειλής του φορολογούμενου σε σχέση με τις δηλώσεις που έχει υποβάλλει, πριν τη σύνταξη της οικείας έκθεσης ελέγχου και της έκδοσης της οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου θα επιδίδεται στον υπόχρεο προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός του φόρου μαζί με το σχετικό σημείωμα διαπιστώσεων με τα αποτελέσματα του φορολογικού ελέγχου στο οποίο θα αναφέρεται η φορολογική οφειλή με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού καθώς και οποιοδήποτε σχετικό στοιχείο αιτιολογεί τη διαφοροποίηση της αμέσως ως άνω οφειλής σε σχέση με τη φορολογική οφειλή με βάση τη δήλωση.
Με το σημείωμα αυτό θα καλείται ο φορολογούμενος να διατυπώσει τις απόψεις του σχετικά με τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό του φόρου εντός 20 ημερών από την επίδοσή του. Σε περίπτωση έκδοσης εντολής ελέγχου δεν υπάρχει δυνατότητα υποβολής δήλωσης για την φορολογία, τη φορολογική περίοδο ή την υπόθεση που αφορά ο φορολογικός έλεγχος.
Ο προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός του φόρου, το σημείωμα διαπιστώσεων καθώς και το ότι λήφθηκαν υπόψη οι απόψεις του φορολογούμενου στην περίπτωση που αυτές παρασχέθηκαν ή ενδεχόμενη μη ανταπόκρισή του θα αναφέρονται στη σχετική έκθεση ελέγχου με βάση την οποία θα εκδίδεται η οριστική πράξη του φόρου. Σε περίπτωση μη διαπίστωσης διαφορών δεν ακολουθείται η ως άνω διαδικασία, συντάσσεται μόνο η έκθεση ελέγχου και τίθεται στο αρχείο.
Μετά την 1.1.2014 για υποθέσεις οποιουδήποτε φορολογικού ελέγχου που αφορά χρήσεις, περιόδους, φορολογικές υποθέσεις ή υποχρεώσεις πριν από την 1.1.2014 εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου και εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας για όσα αφορούν την έκδοση της πράξης. Για φορολογικές χρήσεις, περιόδους, υποθέσεις ή υποχρεώσεις για τις οποίες έως 31.12.2013 έχουν εκδοθεί οριστικά φύλλα ελέγχου ή οριστικές πράξεις προσδιορισμού ή καταλογισμού οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή εισφοράς ή εκκαθαριστικά σημειώματα ή οποιαδήποτε άλλη συναφής πράξη, ως νέο στοιχείο θεωρείται οποιοδήποτε στοιχείο δεν τελούσε σε γνώση της αρμόδιας για τον τακτικό (οριστικό) έλεγχο φορολογικής αρχής, κατά το χρόνο διενέργειάς του.
Στις πράξεις καταλογισμού οποιουδήποτε φόρου που εκδίδονται μετά την 1-1-2014 και αφορούν γενικές φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως την 31-12-2013, επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι, όπως ισχύουν κατά φορολογία την αντίστοιχη χρονική περίοδο.
Στις περιπτώσεις υποβολής μετά την 1.1.2014 εκπρόθεσμων δηλώσεων από τις οποίες δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση ή δηλώσεων πληροφοριακού χαρακτήρα που αφορούν περιόδους έως την 31.12.2013 επιβάλλονται τα πρόστιμα που προβλέπει ο νόμος με τον περιορισμό το καταβλητέο σε κάθε μία περίπτωση ποσό να μη ξεπερνά τα 100 ευρώ.
Στις περιπτώσεις που κατά τη διενέργεια επιτόπιου φορολογικού ελέγχου απαιτείται άρση τραπεζικού απορρήτου από 1.1.2014 θα ακολουθείται η διαδικασία του ν.4174/2013 (και όχι οι διατάξεις του κατηργημένου πλέον ν.2238/1994), η οποία προβλέπει πως ο Γενικός Γραμματέας δικαιούται να ζητά πληροφορίες ή έγγραφα από λοιπά τρίτα πρόσωπα, όπως ιδίως από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, τα επιμελητήρια, τους συμβολαιογράφους, τους υποθηκοφύλακες, τους προϊσταμένους των κτηματολογικών γραφείων, τους οικονομικούς ή κοινωνικούς ή επαγγελματικούς φορείς ή οργανώσεις, για τον καθορισμό της φορολογικής υποχρέωσης, που προκύπτει με βάση τις διασταυρώσεις των στοιχείων και την είσπραξη της φορολογικής οφειλής. Η φορολογική διοίκηση δύναται να αποστέλλει ερώτημα, έγγραφο ή ηλεκτρονικό, το οποίο πρέπει να απαντάται από το τρίτο πρόσωπο εντός 10 ημερών από την παραλαβή του. Σε εξαιρετικά σύνθετες υποθέσεις, η προθεσμία μπορεί να παραταθεί για 20 επιπλέον ημέρες.
Τέλος, σε ότι αφορά τους «προληπτικούς ελέγχους» η εγκύκλιος Θεοχάρη αναφέρει πως από την 1η Ιανουαρίου 2014 καταργήθηκαν η υποχρέωση τήρησης ασφαλών πληροφοριών (πρόσθετα βιβλία) από ορισμένες κατηγορίες υπόχρεων π.χ. ιατροί, εκπαιδευτήρια, συνεργεία κλπ.) και η έκδοση δελτίου αποστολής για τις διακινήσεις αγαθών. Έτσι, απαιτείται κατά τον έλεγχο των υπόχρεων που είχαν υποχρέωση τήρησης ασφαλών πληροφοριών να ζητούν πληροφορίες από τους εξερχόμενους πελάτες για τις υπηρεσίες που τους παρείχαν οι παραπάνω επαγγελματίες φορολογούμενοι και στη συνέχεια να ελέγχουν αν εκδόθηκαν αποδείξεις. Περαιτέρω κατά τη διακίνηση των αγαθών θα εξετάζεται αν είχαν εκδοθεί αντίστοιχα στοιχεία αξίας (τιμολόγια) ή έγγραφα μη τιμολογηθέντων αγαθών.