Τι είναι οι διατακτικές

Ο ισχύον φορολογικός κώδικας (Ν.4172/2013) έφερε πλήθος αλλαγές στο φορολογικό σύμπαν της χώρας μας. Μια εξ’ αυτών ήταν η φορολόγηση μιας σειράς παροχών που δίδουν συνήθως οι εταιρίες στο προσωπικό τους. Είχαμε στο παρελθόν αναφερθεί στο Moneyguru.gr σχετικά με τις γενικότερες προβλέψεις του νόμου για την φορολόγηση των παροχών σε είδος, αλλά και πιο συγκεκριμένα στηφορολογική αντιμετώπιση των δανείων προσωπικού μιας εταιρίας. Σήμερα θα ασχοληθούμε ειδικότερα με το θέμα των διατακτικών.

Τι είναι οι διατακτικές  

Οι διατακτικές εφαρμόζονται χρόνια ως ένας έμμεσος τρόπος παροχών από μια επιχείρηση προς τους εργαζόμενους της με απευθείας χορήγηση χρηματικής αξίας που αντιστοιχεί σε συγκεκριμένα καταναλωτικά αγαθά ή υπηρεσίες. Οι διατακτικές μπορεί να αφορούν πάρα πολλά διαφορετικά αγαθά, όπως διατακτικές τροφής, ένδυσης, υπόδησης, ψυχαγωγίας κ.λ.π. Οι διατακτικές όμως δεν είναι φυσικό χρήμα. Είναι μια εντολή της επιχείρησης που δουλεύει ο υπάλληλος προς μια άλλη να παραδώσει στον υπάλληλο κάποιο αγαθό. Δηλαδή η επιχείρηση προ-πληρώνει αγαθά και υπηρεσίες μέχρι ένα επίπεδο κόστους, και τα παρέχει στους υπαλλήλους της υπο μορφής διατακτικών, δηλαδή κάποιων κουπονιών που αντιστοιχούν σε αυτά τα αγαθά και υπηρεσίες σε συνεργαζόμενες επιχειρήσεις. Η τακτική των διατακτικών ήταν και είναι πολύ διαδεδομένη ειδικά στα τελευταία χρόνια της κρίσης. Πολλές από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνταν στην έκδοση διατακτικών, γιγαντώθηκαν τα τελευταία χρόνια και επεκτάθηκαν σε προσφορές και ειδικά κουπόνια κ.λ.π.

Το πρόβλημα με τις διατακτικές είναι η φορολογική και λογιστική τους αντιμετώπιση, καθώς τελικά ποικίλει ανάλογα με το ύψος, το σκοπό και τη συχνότητα με την οποία αποδίδονται οι διατακτικές στους μισθωτούς. Το πρώτο που πρέπει να διασαφηνίσουμε είναι ότι οι διατακτικές ως ένα επίπεδο απαλλάσσονται της φορολογίας. Ακόμη και ο νέος φορολογικός κώδικας 4172/2013 απαλλάσσει από το εισόδημα μισθωτής εργασίας όλες τις διατακτικές που αφορούν μόνον σίτιση μέχρι και το ποσό των 6 ευρώ την ημέρα.

Ο νομοθέτης αναγκάζεται να προβλέψει την απαλλαγή στο νόμο διότι εκ της φύσεως τους οι διατακτικές δεν θεωρούνται παροχή σε είδος αλλά παροχή σε χρήμα. Καθώς όμως οι διατακτικές παρέχονται ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες του εργαζόμενου σε τακτική βάση και κυρίως προβλέπονται από κάποιο νόμο ή κάποια συλλογική σύμβαση και υπερβαίνουν τα έξι ευρώ τότε η αξία αυτών μετατρέπεται αυτομάτως σε εισόδημα από μισθωτή εργασία για αυτό και στο τέλος του έτους, ο φορολογούμενος θα πρέπει να δηλώσει το εισόδημα αυτό στον Πίνακα 4Α του εντύπου φορολογίας εισοδήματος Ε1, αθροιστικά με την αξία αυτών όλου του έτους.

Στην τελευταία περίπτωση η παροχή των διατακτικών προβλέπει ουσιαστικά και ασφαλιστικές εισφορές. Διαφορετική αντιμετώπιση όμως έχουν οι διατακτικές οι οποίες δεν δίνονται τακτικά ή υποχρεωτικά, δίνονται δηλαδή από ελευθεριότητα του εργοδότη ή γενικά ξεπερνούν το όριο των 6 ευρώ την ημέρα στην περίπτωση σίτισης ή αφορούν οτιδήποτε άλλο εκτός σίτισης. Αυτό σημαίνει ότι εφόσον χορηγούνται διατακτικές τροφής που υπερβαίνουν τα 6 ευρώ την ημέρα τότε αυτές θεωρούνται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και υπόκεινται στις προβλέψεις του νόμου για αυτές (παρακρατήσεις φόρου, ασφαλιστικές εισφορές κ.λ.π.).

Αν οι διατακτικές τροφής δεν είναι τακτικές ή δεν προβλέπονται από σύμβαση αλλά υπερβαίνουν τα 6 ευρώ την ημέρα και αθροιστικά τα 300 ανά έτος, τότε λογικά οι παροχές αυτές μπορούν να θεωρηθούν παροχές σε είδος και υπόκεινται στις προβλέψεις του άρθρου 13 του Ν.4172/2013. Με την ίδια λογική, όλες οι διατακτικές που αφορούν οποιαδήποτε υπηρεσία ή αγαθό, δεν δίδονται στα πλαίσια νόμου ή συλλογικής σύμβασης και ξεπερνούν τα 300 ευρώ το χρόνο ανήκουν στις παροχές σε είδους και φορολογούνται κανονικά. Αυτό που δεν είναι προφανές είναι αν στις περιπτώσεις αυτές οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές στο ΙΚΑ.

Κανονικά στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει η υποχρέωση ασφαλιστικών εισφορών, παρόλα αυτά υπάρχειμια απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ΣΤΕ 1089/2009 όπου αναφέρεται: Ως αποδοχές, επί των οποίων υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές, θεωρούνται οι πάσης φύσεως χρηματικές ή σε είδος παροχές του εργοδότη προς τον μισθωτό, έστω και αν οι παροχές αυτές δεν δίδονται αμέσως ως αντάλλαγμα της εργασίας που προσφέρει ο μισθωτός, αλλά χορηγούνται σε αυτόν από τον εργοδότη οικειοθελώς και από ελευθεριότητα, πάντως, όμως, με αφορμή τη σχέση εργασίας που τους συνδέει και με την επιφύλαξη του δικαιώματος του εργοδότη να διακόψει μονομερώς τις παροχές αυτές. Εξαιρούνται μόνον οι έκτακτες παροχές κοινωνικού χαρακτήρα που απαριθμούνται περιοριστικά στο εδ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 17 του Κανονισμού Ασφαλίσεως του Ι.Κ.Α., δηλαδή, δώρα λόγω γάμου του ασφαλισμένου ή των τέκνων του, γεννήσεως τέκνων του ασφαλισμένου και βοηθήματα στην οικογένεια θανόντος ασφαλισμένου. 

Ως προς τα παραστατικά που εκδίδονται για τις συναλλαγές με διατακτικές υπάρχουν προβλέψεις. Αυτό που πρέπει να διευκρινισθεί είναι ότι οι διατακτικές οι ίδιες (κουπόνια) δεν αποτελούν παραστατικά σε καμία περίπτωση. Ως εκ τούτου αν ένας εργαζόμενος προσκομίσει τις διατακτικές αυτές σε κάποια συνεργαζόμενη επιχείρηση για να παραλάβει αγαθό ή υπηρεσία θα πρέπει απαραίτητα να λάβει απόδειξη λιανικής όπως ρητά προβλέπει το Άρθρο 7 της ΠΟΛ. 1004/2013 η οποία ρυθμίζει θέματα του ΚΦΑΣ.

Επιπροσθέτως κατά την παράδοση διατακτικών από την επιχείρηση προς τους εργαζόμενους και εφόσον οι διατακτικές αυτές δεν αποτελούν μισθωτή υπηρεσία όπως περιγράψαμε παραπάνω, η επιχείρηση θα πρέπει να παρέχει στον εργαζόμενο και κάποιο επίσημο παραστατικό. Εδώ διακρίνουμε περιπτώσεις και ελευθεριότητες. Δηλαδή αν το σύνολο των διατακτικών δεν ξεπερνά τα 150, ο εργοδότης θα μπορούσε να θεωρήσει την παροχή ως δώρο και να εκδώσει μια από τις παλιές αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης σύμφωνα με το άρθρο 8 της ΠΟΛ 1004/2013 ή έναν τίτλο κτήσης σύμφωνα με το άρθρο 4 της ΠΟΛ 1023/2014, σημειώνοντας ότι μπορεί να δει τις προϋποθέσεις του τίτλου κτήσης σε παλαιότερο μας άρθρο. Στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει κάποια υποχρέωση παρακράτησης φόρου.

Η υποχρέωση γεννάται όταν το άθροισμα των διατακτικών ξεπερνά τα 300 ευρώ οπότε έχουν παροχή σε είδος. Και σε αυτήν την περίπτωση εκτιμούμε ότι δύναται ο εργοδότης να αποδώσει στον εργαζόμενο έναν τίτλο κτήσης ως απόδειξη για την παροχή σε είδος αλλά με παρακράτηση φόρου. Εναλλακτικά το ίδιο άρθρο του νόμου δίνει τη δυνατότητα στον εργοδότη να καταρτίσει συγκεκριμένη κατάσταση αντί της έκδοσης τίτλου κτήσης. Γενικά ο νέος ΚΦΑΣ για τις περιπτώσεις αυτές είναι «χαλαρός» και προβλέπει απλά την έκδοση κάποιου εγγράφου που να μπορεί να αποδείξει πέραν αμφισβήτησης την εγκυρότητα της συναλλαγής.

Εξ’ όσων βλέπουμε παραπάνω, οι συναλλαγές με τις διατακτικές, είναι ένα περίπλοκο κομμάτι τόσο φορολογικά όσο και λογιστικά και ειδικά τις εποχές που διανύουμε με τις κοσμογονικές νομοθετικές αλλαγές και την πρωτόγνωρη κρίση, ίσως θα έπρεπε να εκδοθεί κάποια εγκύκλιος από το ΥΠΟΙΚ αλλά και το ΙΚΑ για αποσαφήνιση όλων των περιπτώσεων που αφορούν τις διατακτικές.

www.moneyguru.gr