Τί να κάνετε εάν το Δημόσιο… διεκδικεί το σπίτι σας
Σε καθεστώς σύγχυσης βρίσκονται χιλιάδες ιδιοκτήτες σε όλη την Ελλάδα που παραλαμβάνουν ειδοποιητήρια από τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας, σύμφωνα με τα οποία το Δημόσιο εγείρει ενστάσεις επί της κυριότητας των ιδιοκτησιών τους. Μάλιστα, ο αριθμός των ενστάσεων υπολογίζεται ότι θα μπορούσε να αγγίξει πανελλαδικά το 1 εκατομμύριο, σύμφωνα με όσα δήλωσε πρόσφατα η προϊσταμένη Διεύθυνσης δημόσιας περιουσίας Αττικής Ευαγγελία Κωφού.
Πώς προέκυψε το πρόβλημα
Εκτάσεις που έχουν ανοικοδομηθεί και βρίσκονται εντός σχεδίου, στην «καρδιά» των μεγάλων αστικών κέντρων ήταν χαρακτηρισμένες στο μακρινό παρελθόν ως δασικές και δημόσιες. Οι εκτάσεις αυτές αποχαρακτηρίστηκαν ως δασικές, αλλά παρέμειναν χαρακτηρισμένες ως δημόσιες.
Όπως εξηγεί, ο δικηγόρος Νίκος Σιαμάκης, κατά τη φάση δήλωσης των δικαιωμάτων τους οι πολίτες κατέθεσαν τα αντίστοιχα συμβόλαια και τίτλους αγοράς ακινήτων τους στα αρμόδια κτηματολογικά γραφεία. Με τον τρόπο αυτό αποτυπώθηκαν τα δικαιώματα των πολιτών και ο τρόπος που ta απέκτησαν σε βάθος χρόνου.
«Πολλά όμως από αυτά τα δικαιώματα αποκτήθηκαν το 1920 και εντεύθεν με παραχωρητήρια του ελληνικού δημοσίου και του υπουργείου Γεωργίας και άλλα από αυτά ήταν πρώην δασικές εκτάσεις που αποχαρακτηρίστηκαν.
Ορισμένα από αυτά τα αγροτεμάχια τότε αποχαρακτηρίστηκαν από δασικά, ενώ δεν αποχαρακτηρίστηκαν από δημόσια. Ως αποτέλεσμα, το ελληνικό Δημόσιο αν και τα παραχώρησε σε ιδιώτες και επέτρεψε την μεταβίβασή τους σε τρίτους, «στα χαρτιά» ο δημόσιος χαρακτήρας τους διατηρήθηκε» εξηγεί.
Ως αποτέλεσμα, παρατηρήθηκε το εξής φαινόμενο. Από την μία στο πλαίσιο των δηλώσεων στο κτηματολόγιο οι τωρινοί ιδιοκτήτες να δηλώνουν τα δικαιώματά τους επί των ακινήτων και από την άλλη να εμφανίζεται το Δημόσιο να υποβάλλει δικαιώματα κυριότητας στα ίδια ακίνητα.
Και αυτό παρότι από την έρευνα των τίτλων ιδιοκτησίας, «δεν προέκυψε ότι το Δημόσιο διατηρεί δικαιώματα επί των συγκεκριμένων ιδιοκτησιών, επειδή η πολιτεία στα δικά της βιβλία διατηρεί καταχωρημένα ως δημόσιες τις συγκεκριμένες ιδιοκτησίες» σημειώνει ο κ. Σιαμάκης.
Όπως διευκρινίζει, κατά την αρχική διαδικασία κτηματογράφησης πρυτάνευσε η λογική και στο πλαίσιο αυτό τα δικαιώματα του Δημοσίου απορρίφθηκαν. Έτσι, δικαιώθηκαν οι ιδιώτες ιδιοκτήτες που όλα αυτά τα χρόνια αγόραζαν και πουλούσαν ύστερα με την «άδεια» του ελληνικού Δημοσίου που τους έχει παραχωρήσει προς ιδιοκτησία, χρήση και εκμετάλλευση τα συγκεκριμένα ακίνητα.
Τι πρέπει να κάνουν οι ιδιοκτήτες
«Τώρα βρισκόμαστε στο στάδιο των ενστάσεων» εξηγεί ο κ. Σιαμάκης. Τι σημαίνει αυτό; Ότι το ελληνικό Δημόσιο αφού απώλεσε, σε πρώτη φάση, τα δικαιώματα που προέβαλε προς το Κτηματολόγιο, υπέβαλλε ενστάσεις, όπως προβλέπεται. Την ορθότητα των ενστάσεων αυτών αξιολογεί η αρμόδια επιτροπή που συστήνει το κτηματολόγιο.
Η επιτροπή αυτή, δηλαδή, συνεδριάζει, εξετάζει το περιεχόμενο της ένστασης και εκδίδει αμετάκλητη απόφαση σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ιδιοκτησιών (που αφορά η ένσταση). Εν συνεχεία, αναρτώνται οι πίνακες των εγγεγραμμένων δικαιωμάτων των πολιτών επί ακινήτων, η οποία, σε αυτή τη φάση, μπορεί να αμφισβητηθεί παρά μόνο δικαστικά.
Με άλλα λόγια, οι ιδιοκτήτες παραλαμβάνουν τα ειδοποιητήρια όταν το Δημόσιο υποβάλει προς το κτηματολόγιο τις ενστάσεις. Για να υπερασπίσουν τη θέση τους θα πρέπει να προσλάβουν δικηγόρο ο οποίος θα παραστεί στην επιτροπή ενστάσεων. Ωστόσο, για να μάθουν πότε θα συνεδριάσει η επιτροπή ενστάσεων, θα πρέπει να επισκέπτονται καθημερινά τα οικεία κτηματολογικά γραφεία για να ενημερωθούν πότε εκδικάζεται η ένσταση του Δημοσίου σε βάρος του ακινήτου τους. Ειδάλλως, η υπόθεση θα εκδικαστεί ερήμην τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ιδιοκτησία εάν η ένσταση γίνει δεκτή.
Σύμφωνα με τον κ. Σιαμάκη, η συντριπτική πλειονότητα των αποφάσεων των επιτροπών δεν δικαιώνουν το Δημόσιο. Οι κρατικοί λειτουργοί όμως, υποχρεούνται να καταθέτουν ενστάσεις, καθώς διαφορετικά θα βρεθούν αντιμέτωποι με το αδίκημα της απιστίας, επειδή δεν προάσπισαν τα συμφέροντα του Δημοσίου.